Κυριακή 16 Δεκεμβρίου 2012

4 μεθυσμένα χιλιόμετρα μέσα στην Αθήνα


Γύρω στις 3 έχει στρωθεί ο δρόμος απ την πρώτη μπύρα και η υποδοχή του μπέρμπον είναι ευχάριστη. Ο καπνός συνδυασμένος με τα άλλα δύο δένει όμορφα την ελαφρά παραίσθηση. Μόνο να.. η μουσική δεν μπορεί να κολλήσει καλά εκτός μερικών εξαιρέσεων.
Είναι η στιγμή που αποφασίζεις πως ο δρόμος ίσως βοηθήσει να ξεκαθαρίσει κάπως η οπτική του πάτου με τα παγάκια.
Ντύνεσαι με την πιο ευπρεπή εμφάνιση σου και αποχωρείς.
Δείχνεις να έχεις εμπιστοσύνη στα πόδια σου και περιμένεις το κρύο της νύχτας ακόμα, να τονώσει τον ρυθμό.
Αποφασίζεις να κ΄άνεις τη διαδρομή με τα πόδια για να νιώσεις και πάλι κάπoυ γύρω στα 20-25. Τότε που οι αποστάσεις έμοιαζαν παιχνίδι και η ώρα  ήταν μια τυπική υπόθεση και τίποτα παραπάνω.
Είναι και μια ευκαιρία να περπατήσεις μέσα στη κρυμμένη ασχήμια της πόλης.
Είναι το άλλοθι στην απόφαση να ζεις μέσα σε μια θάλασσα από λαμαρίνες, άσφαλτο, κακοχυμένο μπετόν, γκριζάδαξεχαρβαλωμένα σπίτια, με μικρές οάσεις πράσινων δέντρων κατά μήκος ενός δρόμου, στα μικρά τετραγωνικά μιας πλατείας, μερικών μπαλκονιών μιας άλλης εποχής. Ευτυχώς μέσα στο μαύρο της  νύχτας δεν μπορείς να δεις της ασχήμια των επιγραφών. Ευτυχώς δεν μπορείς να δεις τη κακογουστιά των μπαλκονιών, των εισόδων. Μόνο εκείνες οι λάμψεις απ τους ουρανούς των αυτοκινήτων σαν να κινούνται σε παράλληλους δρόμους με αυτόν που βαδίζεις. Μερικές φωτεινές επιγραφές για να δείξουν ακόμα πιο έντονα τη κακογουστιά του καθενός που αντί να διαφημίζει (όπως νομίζει ο βλάκας) δυσφημεί τη πραμάτεια του.
Αλλά όμως μπορείς να φτιάξεις τις δικές σου εικόνες, τα δικά σου ορατά πεδία μέσα απ τα στενά όρια της κακογουστιάς. Παρακάμπτεις πιο εύκολα τις πληγές για τα μάτια εκείνες τις ώρες. Ίσως το αλκοόλ πάλι να εξιδανικεύει τη κατάσταση. Ίσως επειδή ακούς τα βήματα σου να νιώθεις και τον ρυθμό εκεί που σταθερά τον χάνεις μέσα στη πραγματικότητα του πρωινού.
Εκτιμάς τη "ποιότητα" της νύχτας και του μαύρου καθώς τα λίγα ωραία αποκτούν ένταση. Εκτιμάς ένα φως σαν όριο της προσπάθειας για να το φτάσεις. Υπολογίζεις έτσι τις δυνάμεις που αφήνεις πίσω σου και αυτές που επικαλείσαι για να κάνεις ακόμα, κατά τα  άλλα βαριά είναι αλήθεια, βήματα.
Αντηχούν μελωδίες που άφησες πίσω σου και φτιάχνεις εικόνες μόνο με σκιές. Πινελιές από φώτα μόνο πάνω στο μαύρο καμβά. Ασπροκίτρινες, πορτοκαλιές,  και όλες νέον. Ελάχιστες ετερόφωτα όμορφες. Υπολογίζεις τα βήματα σου ίσως και να μπεις στη διαδικασία να μετρήσεις μερικά αλλά το βαριέσαι γρήγορα καθώς μια νέα εικονοσκιά κάνει την εμφάνισή της πίσω απ΄τη γωνία του οπτικού σου πεδίου.
Ξέρεις την απόσταση και λες, -έχω κάνει το 1/3, 1/2 που στο διάολο είναι ο φωτεινός φάρος του δρόμου για τσιγάρα; 
Λίγο πριν πέταξες το άδειο πακέτο και τα πνευμόνια σου έχουν ανάγκη για υποστήριξη. Το περίπτερο είναι εκεί για να σου δείξει πως κάποιος υπολογίζει το κέρδος φυσικά αλλά και την ανάγκη σου για κάτι. Ένα πακέτο καπνό, μια μπίρα, μια σοκολάτα ίσως. Κάτι που φαντάζει ακόμα σαν μια όαση της νύχτας. Όλο και κάποιος μαλάκας θα κάνει αισθητή τη παρουσία του με κάποιο φτιαγμένο κωλάμαξο. Θα παίζει κυρίως κάποια σκυλάδικα και θα βγάζει τα απωθημένα του στα λάστιχα του. Μα θα περάσει γρήγορα και θα ξαναγυρίσεις στον ρυθμό σου μετά τον φωτεινό παράδεισο των δύο τετραγωνικών με τα χιλιάδες μπιχλιμπίδια κρεμασμένα και τα ψυγεία του πάντα γεμάτα με νερά, αναψυκτικά, κρεμασμένα περιοδικά και στο βάθος οι καπνοί με τα τσιγάρα. Τα περίπτερα θα είναι εκεί πάντα για να τονίζουν την ομορφιά της νύχτας αλλά και να προσφέρουν τη λύτρωση μιας γουλιάς νερού. 
Προχωράς ακόμα με σταθερό ρυθμό. Διαδοχή εικόνων των αποχρώσεων του μαύρου. Κοκκινόμαυροπρασινόμαυροπορτοκαλόμαυρο, μπλε της νύχτας το πιο κατάλληλο για να απλώσεις πάνω στην επιφάνεια του δρομολογούμενου έργου σου. Τα πινέλα της φαντασίας έχουν πιάσει δουλειά και ο καμβάς γεμίζει. Μέσα στα 3/4 της ώρας που θα χρειαστείς να βαδίσεις πρέπει να τελειώσεις το έργο σου. Πρέπει να έχει σύνθεση έστω και ασύνθετη. Πρέπει να έχει χρώμα έστω και δύσκολα αναγνωρίσιμο με μια ματιά. Μα το δουλεύεις με σταθερές πινελιές σε κάθε βήμα. Σταματάς για λίγο για να το κοιτάξεις από μακριά καθώς ο καπνός βγαίνει για να ταξιδέψει στο πουθενά πάνω απ τη σκέψη σου. Σαν να ξεπλένεις το πινέλο και να το βουτάς μέσα στο επόμενο χρώμα. Αξίες δύσκολες να ειπωθούν, πόσο μάλλον να τις αναπαράγεις. Το έκανε εκπληκτικά ο Βίνσεντ όταν όλοι τον έλεγαν τρελό. Νιώθεις πως μετά απ αυτό τίποτα δεν μπορείς να κάνεις για να δώσεις την ίδια δύναμη, το ίδιο πάθος, την ίδια αίσθηση της νύχτας.  
Προχωράς το τελευταίο χιλιόμετρο. Οι σκέψη να πετάξεις από πάνω σου τις μπότες και να ξαπλώσεις, να ξαναφέρεις στο μυαλό το μισοτελειωμένο έργο σου και να το ξεκινήσεις το πρωί σε κάνει να κλείσεις τα μάτια και να προχωρήσεις για λίγα μέτρα μόνο με οδηγό τον ήχο. Σαν τα "πλάσματα της νύχτας" σαν τα φωτεινά ανθρωπάκια που κι αυτά έχουν αφήσει τη θέση τους στο επαναλαμβανόμενο πορτοκαλί για προσοχή.
Φωτεινούς σηματοδότες ονείρων πότε θα εγκαταστήσουν σε αυτή τη πόλη; ίσως όταν η ομορφιά της νύχτας συναγωνιστεί την ομορφιά της πρώτης ακτίνας του ήλιου που σκάει μύτη. Ίσως τότε οι αξίες του ονείρου γίνουν κατανοητές σε αυτούς που κοιμούνται.

Δεν υπάρχουν σχόλια: