Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2011

Greek breakfast


Συνήθως την ώρα που ξυπνάμε στην Ελλάδα την καθορίζει το τι έχουμε κάνει το βράδυ που πέρασε. Πολλές φορές όμως το ξύπνημα δεν έχει γίνει καθώς δεν έχει μεσολαβήσει ο ύπνος. 'Εχουν ένα ξεχωριστό ενδιαφέρον αυτές οι φορές που αναπληρώνουμε την αναδημιουργία των κυττάρων μας με ποτό, τσιγάρα, μουσικές, παρέες, βόλτες έτσι στο ξεκάρφωτο. Το μόνο σίγουρο είναι πως με κάθε ανατολή θέλουμε τον προσωπικό του καφέ ο καθένας μας. Οι περισσότεροι έναν διπλό,  τριπλό ελληνικό και μετά βλέπουμε. Δυο ποτήρια κρύο νερό σαν εσωτερικό ντους και  μετά το μεγάλο μπρίκι στη φωτιά. Κουταλιές ξέχειλες καφέ και ελάχιστη ζάχαρη να σπάσει η πολλή πίκρα.
Και σκέτος δεν με χαλάει βέβαια, αλλά τον πρώτο τον θέλω με ελάχιστη ζάχαρη. Κούπα μεγάλη και το χύσιμο του καφέ από ψηλά να κάνει φουσκάλες.
Γιατί φουσκάλες; Ίσως γιατί έτσι έχω συνηθίσει να κάνω χωρίς κάποιο λόγο.
Αχνίζει σε κάθε εποχή από κατακαλόκαιρο έως και το καταχείμωνο. Πολλά χρόνια τώρα. Η δεύτερη κίνηση είναι σταθερά τα τσιγάρα. Στρίψιμο τα τελευταία χρόνια, πακέτα άφιλτρα τα προηγούμενα. Όταν πρωτάρχιζα να στρίβω, αποβραδίς είχα κάνει το κουμάντο μου για το πρωινό μου. Έστριβα μερικά (3-4) γιατί οι κινήσεις των προηγούμενων χρόνων είχαν αποθηκευτεί με διαφορετική σειρά στον προσωπικό μου σκληρό δίσκο. Έτσι ενώ η εύκολη κίνηση του να χτυπήσω το πακέτο για να βγει το "καμελάκι"  ήταν απλή διαδικασία, τώρα έπρεπε να στρίψω την απαραίτητη ποσότητα καπνού στο τσιγαρόχαρτο. 
Δύσκολο αν έχεις ξυπνήσει πέντε λεπτά πριν. Έτσι είχα "καβάτζα¨τα στριμμένα και έτοιμα για εξαϋλομένα ταξίδια.

Η ιεροτελεστία του Ελληνικού Πρωινού, όπως λέμε breakfast
Ήταν πολλά χρόνια πρίν στις Κυκλάδες. Πρέπει να ήταν Σέριφος, Γύρω στις 6.30-7.00. Μετά από ξενύχτι βέβαια. Εκείνο το δωμάτιο ήταν ακριβώς πάνω απ' το καφέ, που σέρβιρε και κάποια μεζεδάκια το μεσημέρι ενω΄το βράδυ ήταν πάντα κλειστό. Εκεί πίναμε το καφέ που λέγαμε πιο πάνω. Οι κούπες αχνιστές και το άρωμα ακόμα πιο έντονο απ' ότι συνήθως. Πρώτη γουλιά και παράλληλα χτύπημα της νικοτίνης στον οισοφάγο. Μερικές σπάνιες απολαυστικές στιγμές για τους μύστες της. Δεύτερη απανωτή γουλιά κι άλλη μια τζούρα, 
Αρχίζεις και έρχεσαι πλέον. Που; Στο κόσμο σου. Ο καθένας στο δικό του.
Στο παραδίπλα τραπέζι δυο τουρίστριες σε μια ηλικία λίγο πιο πάνω απ τη δική μου. Εκείνες κοντά στα 30.
Έρχεται ο τυπάκος που σερβίριζε τους καφέδες, τις πορτοκαλάδες κλπ.
Με άψογο βαθυστόχαστο τρόπο τις ρωτάει ευγενικά μπορώ να πω τι θα πάρουν.
-We like to taste greek breakfast... του λένε.
Ο τυπάκος κοιτάει δεξιά αριστερά για να δει που ήμουν μάλλον και αφού με βρίσκει οπτικά με ρωτάει.
- Κατάλαβα καλά; θέλουν να δοκιμάσουν ελληνικό πρωινό; Τι να τους βγάλω τώρα; Ελιές, φέτα, ντομάτα και μισή φραντζόλα;
Μπα όχι ρε φίλε. Μια κούπα ελληνικό βαρύ και μισό πακέτο τσιγάρα.
Το τι γέλιο έπεσε πρωινιάτικα, μόνο αν ήσουν εκεί θα μπορούσες να το καταλάβεις.
Απορημένες οι τουρίστριες νόμιζαν πως τις κοροϊδεύαμε.
Δόθηκαν οι εξηγήσεις κι όλα καλά. Γέλασαν κι εκείνες μετά αφού κατάλαβαν τι πάει να πει ξυπνάω στην Ελλάδα ή γυρνάω από ξενύχτι κατακαλόκαιρο στα νησιά.

Ακόμα πιο πίσω στο χρόνο, σε ένα χωριό έξω απ την Αλεξανδρούπολη. Μαμά πατρίδα κλπ. Μετά τη πρωινή αναφορά συνοδηγός σε ένα στρατιωτικό, πως τα λέγανε... καναδέζες; Σίγουρα το χωριό το λέγανε Άβαντα. Τηλεφωνική εγκατάσταση δώρο του διοικητή μας στο χωριό. Το γιατί ούτε που με ενδιέφερε. Το μόνο που με ένοιαζε ήταν πως για κάποιες ώρες θα ήμουν εκτός μονάδας, Τίποτα άλλο. Οι δύο τεχνικοί μας θα έκαναν τη δουλειά τους κι εγώ με τον οδηγό σε ένα μικρό καφενεδάκι θα περιμέναμε. Αυτή είναι η διαδικασία και δεν γνωρίζω τίποτα άλλο.
-Δεκανέα τι θα πάρουμε; λέει ο οδηγός.
-Ε τι άλλο πρωινιάτικα ένα διπλό καφέ και τσιγάρα έχουμε.
-Όχι ρε συ.
Τι όχι; σκέφτομαι. Καλά ας μας φέρουν ότι θέλουν, ας είναι και τσάι.
Σε μια γωνιά του καφενέ μια παρέα που συνολικά τα χρόνια τους πρέπει να ήταν πάνω από 300. Φυσικά κάπνα απ τα τσιγάρα και ήταν φανερό πως από πολύ πιο πριν ήταν όλοι τους εκεί. Το έδειχναν τα γεμάτα τασάκια και τα ποτήρια, φλιτζάνια, πιατάκια επάνω στο τραπέζι τους.
Μπορεί να είχαν ξεμείνει απ το βράδυ εκεί. Χρώματα, σκιές, ελάχιστο φως ακόμα σε ένα σκηνικό από ταινία για  όσκαρ.
Σε πολύ λίγο έρχεται ο συνομήλικός τους που είχε τον καφενέ και αφήνει ένα καραφάκι και δύο ρακοπότηρα.
Δε το πιστεύω πρωινιάτικα!!! 
Πράγματι ήταν τσίπουρο. Σε ελάχιστο χρόνο φέρνει και λάχανο τουρσί πήχτρα στη πάπρικα.
Δίστασα να βάλω τη πρώτη γουλιά στο στόμα μου. Το έκανα και το καραφάκι το τελειώσαμε σε χρόνο δύο τσιγάρων ο καθένας.
Πόσα τέτοια καραφάκια δεν θυμάμαι με τίποτα, Θυμάμαι πως μετά από λίγη ώρα εκείνη η διαπεραστική μυρωδιά του τηγανητού κεφτέ είχε γεμίσει το μικρό χώρο και  προσέφερε απόλαυση στον ουρανίσκο μας. Ακόμα ούτε 8 το πρωί.
Ήταν οι ευχαριστίες  για την τηλεφωνική γραμμή.
Στη μεσημεριανή αναφορά ούτε ξέρω πως στεκόμουν όρθιος. Ευτυχώς η σκιά του κράνους σκέπαζε τα μάτια μου.


Δεν υπάρχουν σχόλια: