Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2011

Πτήση πάνω απ το χαρτί



















Πολλές φορές φαντάστηκα τις ανθρώπινες σκέψεις να πετάνε ψηλά πάνω από τη πόλη που ζούμε.


Είδα αυτές τις σκέψεις να παίρνουν σχήμα, χρώμα, πολλές φορές ακόμη και μυρωδιά. Μερικές στρογγυλές, τετράγωνες, τρίγωνες, με κάτι σχήματα σαν fractals, μονοδιάστατες, πολυδιάστατες αλλά και σαν ευθεία γραμμή.  Aυτες οι ευθείες με τρόμαζαν. Δεν ήξερα από που ερχόντουσαν και που πήγαιναν. Πολλές φορές γέμιζαν τον ουρανό με ανισομετρα πλέγματα που μόνο την ιδέα ότι υπάρχει ουρανός άφηναν να φανεί. Άλλες σκέψεις, είχαν χρώμα μαύρο, χωρίς τους τόννους του γκρι, λευκές σαν τα σύννεφα, κατακόκκινες με όλα τα χρώματα του πορτοκαλί μέσα τους, πράσινες με κίτρινες αποχρώσεις και άλλες τόσο καθαρογραμμένες στο χρώμα του ουρανού που έπρεπε να καταβάλω ιδιαίτερη προσπάθεια για να δω. Aυτές με εντυπωσίαζαν και περισσότερο. Υπήρχαν και φορές που μύριζαν γιασεμί, καμένο ξύλο, όστρακα που μόλις βγήκαν από τη θάλασσα, μα και παλιό μπαούλο που άνοιγε μετά από πολλά χρόνια για να απλωθεί η δαντέλα κάποιας παλιάς κυράς.
Mέσα στα ψαξίματα μου στον ουρανό διέκρινα πίσω από τις δαντέλες του γαλαξία, μερικά φωτάκια που σιγά σιγά άνοιγαν γινόταν πρώτα ένα απροσδιόριστο σχήμα και μετά φωτίζονταν με το  χρώμα της πανσέληνου και ήταν Aύγουστος.
Κάτι σαν τσαλακωμένη ασιδέρωτη... πως τη λένε;... που οι κυρίες ρίχνουν στους ώμους τους, εκείνα τα απίθανα βράδια του Mάη; ε..σαν και αυτό  Ευθεία από τη μια μεριά και γωνία από την άλλη. Ένα ισοσκελές τρίγωνο που συνήθως στις δυο ίσες πλευρές του είχε κάποιες μικρές φούντες σε τακτά διαστήματα.
Αυτές λοιπόν ήταν και παραμένουν οι πιο εντυπωσιακές για μένα ότι χρώμα και να έχουν. Προτιμώ τις κατάλευκες στη ντάλα του μεσημεριού όταν είναι πλυμένες και απλωμένες και το μελτέμι τις κουνάει πέρα δώθε  και τώρα είναι που λες ότι θα τις πάρει και θα τις ταξιδέψει μακρυά. Άχαρος ο ρόλος που παίζουν τα μανταλάκια αλλά και ο φόβος μη χαθεί αυτό το στολίδι των καλογραμμένων ώμων;
Για μένα θα έπρεπε να πετάνε ελεύθερα να τις πηγαίνει ο αέρας όπου θέλει και η κάθε μια κυρία που στολίζει τους ώμους της να φοράει άλλη κάθε φορά που ο αέρας κάνει το παιχνίδι του. Aυτή που τώρα πετάει μπροστά μου, πέρα μακριά, προς το Mπατσί τη πάει,  είχε ένα φανταχτερό κόκκινο με κίτρινα και πορτοκάλι λουλούδια πάνω της. Μια μικρή ιδέα πήρα  στην λιγόστιγμη πτήση της από μπροστά μου.
 τη θυμήθηκα. Θυμήθηκα τη παρουσία που τη φόραγε.Tο πρώτο πράγμα ήταν τα μεγάλα σκουλαρίκια της. Τεράστιοι κύκλοι να κρέμονται δίπλα στα τραβηγμένα μπρος τα πίσω μαλλιά της. Είχαν το χρώμα του σταχυού όταν είναι έτοιμο να το θερίσουν. Τότε είναι που τα χρώματα του παίζουν ένα φανταστικό παιχνίδι με τον ήλιο, και θαρρείς ότι ο Ποσειδώνας βγήκε απ το στοιχείο του και δοκιμάζει τη στεριά. Κυματίζουν τα στάχυα και το χρώμα τους αλλάζει στους τόννους των μαλλιών της. Ακόμη και τις μπούκλες της αντιγράφουν.
Ήταν ριγμένο πάνω στους  ωμούς της και η δεξιά πλευρά έπεφτε λίγο πιο χαμηλά αφήνοντας να φανεί μια υπέροχη λεπτομέρεια της. Τότε ήταν που σκέφτηκα να ήμουν στη θέση αυτού του ρούχου και να αγκάλιαζα αυτά τα λακκάκια δίπλα στο λαιμό της.  θα με έπαιρνε τελικά και μένα ο άνεμος όπως, α ναι τώρα θυμήθηκα, την εσάρπα της.
Άξιζε το κόπο όμως όσο θα ήμουν επάνω της.  Μικρές στιγμές απόλαυσης που δεν είναι δα και τόσο επιτακτική η ανάγκη να την έχει ριγμένη στον ώμο. Όταν όμως το βράδυ έδειχνε πιο άγρια διάθεση η απλή διακόσμηση την είχε τυλίξει προστατευτικά, τα μαλλιά της είχαν πέσει επάνω στα τεράστια σκουλαρίκια της και  το μόνο που έλαμπε ήταν το λευκό των ματιών της, όταν πέρασε από δίπλα μου, ενώ τελείωνα την τρίτη, τέταρτη, tequila μου. Είχα στρίψει και ότι είχε απομείνει  στο σακουλάκι του καπνού μου και  περίμενα άλλο λίγο, σαν να ήθελα να βασανίσω τα μάτια μου που έκλειναν από τη νύστα.
Αυτά χτες το βράδυ και να σήμερα πέταξε μπροστά μου το περιτύλιγμα του ονείρου.  άλλο θα μπορούσα να σκεφτώ, εκτός του ότι αυτή τη στιγμή της είναι άχρηστη η εσάρπα της. Ποιά άραγε άλλη ανάγκη, θα εκπλήρωνε τώρα;  Μήπως καλύτερα από τη μεριά μου θα μπορούσα να πιάσω την εσάρπα της και να προσπαθήσω να τη βρω να της τη δώσω; Εγκατέλειψα αμέσως την ιδέα και έψαξα στον ουρανό για μια άλλη σκέψη  απ αυτές που αφήνουν οι άνθρωποι να τους ξεφύγουν.
Κάτω απ τη κληματαριά οι αχτίνες του ήλιου μπαινόβγαιναν στο κομμάτι του χαρτιού που ζωγράφιζα.
Μακάρι να μπορούσα να ζωγραφίσω ακριβώς αυτό σκέφτηκα και σχεδόν την είδα να ξεκολλάει απ το κεφάλι μου η ιδέα αυτή και να τρέχει να συναντήσει την εσάρπα. Είχε τα χρώματα που μου αρέσει να ανακατεύω.
Είχε το μπλε της θάλασσας είχε λευκό, το κίτρινο του λεμονιού και μια ιδέα ώχρα.
Είχε πάρει το σχήμα ενός πήγασου κατάλευκου που καθώς  έτρεχε άφηνε χρυσοκίτρινες πατημασιές που  έσκαγαν σαν μικρά πυροτεχνήματα στο γαλάζιο του μεσημεριού. Μια μελωδία από ένα κομμάτι του Rick Wakeman  απλώθηκε από το δωμάτιο  και ένα ποτήρι  λευκό κρασί μαζί με μια φέτα πεπόνι αφέθηκαν μπροστά μου ενώ ο πηγασος έτρεχε κάνοντας μεγάλους κύκλους από πάνω μου μέχρι το απέναντι βουνό και κάτω στη παραλία του .Πέτρου.
 τη σειρά του και αυτός παράτησε την εσάρπα στο ταξίδι της και βάλθηκε να κάνει κύκλους.
Όταν με πλησίαζε άκουγα τα φτερά του και το καλπασμό του που συνεχώς γέμιζαν το χώρο με μια χρυσή σκόνη από τα υπολείμματα του κιτρινου και της ώχρας που ανασήκωναν οι οπλές του. Μερικές απ αυτές έπεσαν πάνω στην χάρτινη επιφάνεια δίπλα στο ποτήρι με το κρασί μου. Mια σταγόνα από το πεπόνι που  δάγκωνα έπεσε και αυτή επάνω και το αποτέλεσμα ήταν ένα έργο τρυφερό και γλυκό.  Σκέφτηκα το πόσο απλή μπορεί να είναι η τέχνη τελικά. Πέρα απ τη σημειολογία τους κανόνες, τις σχολές, και τα κυκλώματα.  τέχνη τη κουβαλάμε μεσα μας, άλλος λίγο άλλος πολύ. Όσο τη ψάχνεις τόσο και αυτή έρχεται κοντά σου.  Για λίγο την αφήνεις και τότε και εκείνη σου κρατάει μούτρα. Αν δεν κάνεις το κόπο να την πλησιάσεις θα πετάξει σαν την εσάρπα και δεν θα στολίσει τον ώμο του ποθητού σου αντικειμένου.

Δεν υπάρχουν σχόλια: